Στοιχηματίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: στοιχηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
залог, облог, обложувам, најпаметно, најпаметно ти
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιχηματίζω
στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια καρδιά, στοιχηματίζω μαντώ στίχοι, στοιχηματίζω μαντώ, στοιχηματίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στοιχηματίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- στοιχειώδης στα σλαβομακεδονικά - основното, основно, елементарните, основните, основни
- στοιχειώνω στα σλαβομακεδονικά - прогонуваат, прогонува, свратилиште, дувло, прогонува и
- στολή στα σλαβομακεδονικά - униформа, униформи, унифицирани, подеднакво, единствен
- στολίζω στα σλαβομακεδονικά - primp
Τυχαίες λέξεις
Στοιχηματίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: залог, облог, обложувам, најпаметно, најпаметно ти
Μεταφράσεις: залог, облог, обложувам, најпаметно, најпаметно ти