Συντονίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: συντονίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
координира, ја координира, ги координира, се координираат, координираат
Συντονίζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντονίζω

συντονίζω συνώνυμο, συντονίζω english, συντονίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συντονίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • συντομία στα σλαβομακεδονικά - снемување, останување, скратен, краткоста, недостаток
  • συντομεύω στα σλαβομακεδονικά - редуцираат, скратат, лишавам, скрати, ќе се скратат
  • συντονισμός στα σλαβομακεδονικά - координација, координацијата, координирање, усогласување, координација на
  • συντρίβω στα σλαβομακεδονικά - уништување, ги уништи
Τυχαίες λέξεις
Συντονίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: координира, ја координира, ги координира, се координираат, координираат