Μωρολογώ στα σλοβενικά
Μετάφραση: μωρολογώ, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
polnilom, Izmišljati, Poslastica, Fudge
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μωρολογώ
μωρολογώ λεξικό γλώσσας σλοβενικά, μωρολογώ στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- μυώδης στα σλοβενικά - muscular, mišična, mišično, mišični, mišičasta
- μωβ στα σλοβενικά - vijolična, purple, vijolično, vijolične, vijolični
- μωρό στα σλοβενικά - dojenček, otroška, dojenčke, otroka, dete
- μωρόπιστος στα σλοβενικά - lahkoveren, lahkoverni, Lakovjeran, lahkoverna
Τυχαίες λέξεις
Μωρολογώ στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: polnilom, Izmišljati, Poslastica, Fudge
Μεταφράσεις: polnilom, Izmišljati, Poslastica, Fudge