Αγανάκτηση στα σουηδικά
Μετάφραση: αγανάκτηση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skrik, agg, larm, harm, rop, upprördhet, indignation, vrede, förtrytelse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγανάκτηση
αγανάκτηση λεξικο, αγανάκτηση κορυδαλλός, δικαιολογημένη αγανάκτηση, αγανάκτηση συνώνυμα, αγανάκτηση english, αγανάκτηση λεξικό γλώσσας σουηδικά, αγανάκτηση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αγαθός στα σουηδικά - nytta, bra, god, snäll, goda, gott
- αγαλματάκι στα σουηδικά - statyett, statuette, statyetten, statuetten
- αγαπημένος στα σουηδικά - dyr, kär, kostsam, favorit, älskling, sweetheart, käresta, ...
- αγαπητός στα σουηδικά - rar, kostbar, dyr, kär, kostsam, dyrbar, kära, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγανάκτηση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: skrik, agg, larm, harm, rop, upprördhet, indignation, vrede, förtrytelse
Μεταφράσεις: skrik, agg, larm, harm, rop, upprördhet, indignation, vrede, förtrytelse