Harm στα ελληνικά
Μετάφραση: harm, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μνησικακία, αγανάκτηση, δυσαρέσκεια, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hantverkare στα ελληνικά - τεχνίτης, τεχνίτη, μάστορα, μάστορας, τεχνίτες
- hare στα ελληνικά - λαγός, Hare, λαγού, λαγό, λαγών
- harmoni στα ελληνικά - συγκατάθεση, συμφωνία, αρμονία, αρμονίας, την αρμονία, αρμονικά, της αρμονίας
- harpa στα ελληνικά - άρπα, Harp, γροιλανδικής, αρπών, άρπας
Τυχαίες λέξεις
Harm στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μνησικακία, αγανάκτηση, δυσαρέσκεια, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκεια
Μεταφράσεις: μνησικακία, αγανάκτηση, δυσαρέσκεια, δυσαρέσκειας, τη δυσαρέσκεια