Αδελφός στα σουηδικά
Μετάφραση: αδελφός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bror, broder, brodern, brors
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδελφός
αδελφός των πλειάδων, αδελφός σαμαρά, αδελφός και σύζυγος γκιόλια δείχνουν μάκη για το φόνο του δημοσιογράφου, αδελφός ή αδερφός, αδελφός άδωνι, αδελφός λεξικό γλώσσας σουηδικά, αδελφός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αδειάζω στα σουηδικά - lossa, avlasta, tom, tomma, tomt, är tom
- αδελφή στα σουηδικά - syster, systern, systers
- αδερφή στα σουηδικά - egendomlig, besynnerlig, sällsam, bisarr, egen, udda, konstig, ...
- αδερφικός στα σουηδικά - broder, broderlig, broderliga, broderligt, broders
Τυχαίες λέξεις
Αδελφός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bror, broder, brodern, brors
Μεταφράσεις: bror, broder, brodern, brors