Γνώρισμα στα σουηδικά

Μετάφραση: γνώρισμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
särdrag, funktion, funktionen, egenskap, inslag
Γνώρισμα στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνώρισμα

γνώρισμα αγγλικά, διακριτικό γνώρισμα, γνώρισμα συνώνυμα, χαρακτηριστικό γνώρισμα, γνώρισμα συνώνυμο, γνώρισμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, γνώρισμα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • γνωστός στα σουηδικά - ryktbar, berömd, känd, kända, känt, bekant
  • γνώμη στα σουηδικά - åsikt, tanke, uppfattning, tycke, omdöme, mening, yttrande, ...
  • γνώσεις στα σουηδικά - kunskap, lärdom, kännedom, vetande, kunskaper, kunskaps, kunskapen
  • γνώση στα σουηδικά - kännedom, vetande, lärdom, kunskap, kunskaper, kunskaps, kunskapen
Τυχαίες λέξεις
Γνώρισμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: särdrag, funktion, funktionen, egenskap, inslag