Επιπόλαιος στα σουηδικά
Μετάφραση: επιπόλαιος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grund, summarisk, perfunctory, slentrianmässiga, nonchalant, rutinmässig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιπόλαιος
επιπόλαιος translation, επιπόλαιος in english, επιπόλαιος ετυμολογία, επιπόλαιοσ translate, επιπόλαιος τι σημαινει, επιπόλαιος λεξικό γλώσσας σουηδικά, επιπόλαιος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- επιπρόσθετος στα σουηδικά - extra, ytterligare, tilläggs, kompletterande, ytterligare en
- επιπόλαια στα σουηδικά - trivialt, trivially
- επιρρίπτω στα σουηδικά - hänför, hänförlig, hänförligt, hänförliga, hänföras
- επιρρεπής στα σουηδικά - apt, benägna, benägen, träffande
Τυχαίες λέξεις
Επιπόλαιος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: grund, summarisk, perfunctory, slentrianmässiga, nonchalant, rutinmässig
Μεταφράσεις: grund, summarisk, perfunctory, slentrianmässiga, nonchalant, rutinmässig