Επιπόλαιος στα εσθονικά

Μετάφραση: επιπόλαιος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kergemeelne, madal, frivoolne, pinnapealne, pealiskaudne, pindmine, pealiskaudseks, Pintapuolinen, Innoton
Επιπόλαιος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιπόλαιος

επιπόλαιος translation, επιπόλαιος in english, επιπόλαιος ετυμολογία, επιπόλαιοσ translate, επιπόλαιος τι σημαινει, επιπόλαιος λεξικό γλώσσας εσθονικά, επιπόλαιος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • επιπρόσθετος στα εσθονικά - uus, lisa-, täiendav, täiendavaid, täiendavad, täiendava
  • επιπόλαια στα εσθονικά - kergelt, triviaalselt
  • επιρρίπτω στα εσθονικά - omistatavad, tingitud, seostatavad, seostatav, omistatav
  • επιρρεπής στα εσθονικά - kohane, võimekas, tabav, asjakohane, aldis, apt, osav, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιπόλαιος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kergemeelne, madal, frivoolne, pinnapealne, pealiskaudne, pindmine, pealiskaudseks, Pintapuolinen, Innoton