Εχέγγυο στα σουηδικά
Μετάφραση: εχέγγυο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lova, löfte, pant, garantera, borgen, säkerhet, garanti, försäkra, pantsättning, utfästelse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εχέγγυο
εχέγγυο συνώνυμο, εχέγγυο βικιπαιδεια, εχέγγυο σημαίνει, εχέγγυο συνθετικα, εχέγγυο λεξικο, εχέγγυο λεξικό γλώσσας σουηδικά, εχέγγυο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εφοδιάζω στα σουηδικά - proviant, proviant till, som proviant
- εφορμώ στα σουηδικά - nedslag, svep, swoop
- εχέγγυος στα σουηδικά - tillförlitlig, pant, löfte, pantsättning, utfästelse
- εχέμυθος στα σουηδικά - diskret, förtegen, tystlåten, ovilliga, återhållsam, reticent
Τυχαίες λέξεις
Εχέγγυο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lova, löfte, pant, garantera, borgen, säkerhet, garanti, försäkra, pantsättning, utfästelse
Μεταφράσεις: lova, löfte, pant, garantera, borgen, säkerhet, garanti, försäkra, pantsättning, utfästelse