Försäkra στα ελληνικά
Μετάφραση: försäkra, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγγύηση, εξασφαλίζω, βεβαιώνομαι, εγγυώμαι, ασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, εχέγγυο, αντίκρισμα, διασφαλίζω, ασφαλίσουν, ασφάλιση, ασφαλίσει, ασφαλίζουν, ασφαλίσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- försvinna στα ελληνικά - εξαφανίζομαι, εξαφανίζονται, εξαφανιστούν, εξαφανιστεί, εξαφανίζεται, να εξαφανιστούν
- försvåra στα ελληνικά - επιδεινώνω, δύσκολος, δύσκολο, δύσκολη, δύσκολα, δύσκολες
- försäkring στα ελληνικά - ασφάλεια, διαβεβαίωση, εγγύηση, ασφάλιση, σιγουριά, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ...
- försök στα ελληνικά - ελέγχω, δοκιμασία, απόπειρα, δίκη, εκδικάζω, προσπάθεια, προσπαθώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Försäkra στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγγύηση, εξασφαλίζω, βεβαιώνομαι, εγγυώμαι, ασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, εχέγγυο, αντίκρισμα, διασφαλίζω, ασφαλίσουν, ασφάλιση, ασφαλίσει, ασφαλίζουν, ασφαλίσετε
Μεταφράσεις: εγγύηση, εξασφαλίζω, βεβαιώνομαι, εγγυώμαι, ασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, εχέγγυο, αντίκρισμα, διασφαλίζω, ασφαλίσουν, ασφάλιση, ασφαλίσει, ασφαλίζουν, ασφαλίσετε