Borgen στα ελληνικά
Μετάφραση: borgen, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασφάλεια, εγγυώμαι, ένταλμα, εχέγγυο, αντίκρισμα, εγγύηση, διάσωσης, διάσωση, bail, αποφυλάκιση με εγγύηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bordlägga στα ελληνικά - αναβάλλω, τραπέζι, πίνακα, πίνακας, επιτραπέζιων, πίνακα που
- borg στα ελληνικά - κάστρο, κάστρου, Castle, το κάστρο, κάστρο της
- borgmästare στα ελληνικά - δήμαρχος, Δήμαρχο, Δημάρχου, Mayor, ο Δήμαρχος
- borr στα ελληνικά - τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, άσκηση, δράπανο
Τυχαίες λέξεις
Borgen στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασφάλεια, εγγυώμαι, ένταλμα, εχέγγυο, αντίκρισμα, εγγύηση, διάσωσης, διάσωση, bail, αποφυλάκιση με εγγύηση
Μεταφράσεις: ασφάλεια, εγγυώμαι, ένταλμα, εχέγγυο, αντίκρισμα, εγγύηση, διάσωσης, διάσωση, bail, αποφυλάκιση με εγγύηση