Ντουλάπα στα σουηδικά
Μετάφραση: ντουλάπα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
garderob, closet, garderoben, kammare, garderobs
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντουλάπα
ντουλάπα υπνοδωματίου, ντουλάπα πρακτικερ, ντουλάπα υφασμάτινη, ντουλάπα ρούχων, ντουλάπα ικεα, ντουλάπα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ντουλάπα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ντοπάρω στα σουηδικά - dope, knark, tjack, vätskan, spinn
- ντουέτο στα σουηδικά - duett, Duet, duetten
- ντουλάπι στα σουηδικά - skänk, skåp, skåpet
- ντους στα σουηδικά - dusch, shower, badrum
Τυχαίες λέξεις
Ντουλάπα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: garderob, closet, garderoben, kammare, garderobs
Μεταφράσεις: garderob, closet, garderoben, kammare, garderobs