Παράκαμψη στα σουηδικά
Μετάφραση: παράκαμψη, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
omväg, avstickare, omvägen, en omväg, omvägs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράκαμψη
παράκαμψη διοδίων λεπτοκαρυάς, παράκαμψη διοδίων κορίνθου, παράκαμψη διοδίων ελευσίνας, παράκαμψη στυλίδας, παράκαμψη πλαταμώνα, παράκαμψη λεξικό γλώσσας σουηδικά, παράκαμψη στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- παράθυρο στα σουηδικά - fönster, fönstret
- παράκαιρος στα σουηδικά - olämpligt, olämpliga, olägliga, inopportunt, olägligt
- παράκληση στα σουηδικά - petition, efterfrågan, anmaning, anhållan, värvning, uppmaning, uppmaning om, ...
- παράκτιος στα σουηδικά - kust, kustnära, jordbruks, eller jordbruks
Τυχαίες λέξεις
Παράκαμψη στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: omväg, avstickare, omvägen, en omväg, omvägs
Μεταφράσεις: omväg, avstickare, omvägen, en omväg, omvägs