Υπόληψη στα σουηδικά
Μετάφραση: υπόληψη, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
värdera, aktning, respekt, uppskatta, rykte, anseende, renommé, känt, rykte om
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπόληψη
με υπόληψη, υπόληψη ορισμός, υπόληψη συνώνυμο, υπόληψη λεξικό γλώσσας σουηδικά, υπόληψη στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- υπόκωφος στα σουηδικά - tom, grop, ihålig, ihåliga, ihåligt
- υπόλειμμα στα σουηδικά - minne, spåra, spår, märke, relik, återstod, rest, ...
- υπόλογος στα σουηδικά - ansvarig, svars, ansvariga, till svars, lyder
- υπόλοιπο στα σουηδικά - behållning, rest, vila, resten, övriga, övrigt
Τυχαίες λέξεις
Υπόληψη στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: värdera, aktning, respekt, uppskatta, rykte, anseende, renommé, känt, rykte om
Μεταφράσεις: värdera, aktning, respekt, uppskatta, rykte, anseende, renommé, känt, rykte om