Αναλλοίωτος στα τούρκικα
Μετάφραση: αναλλοίωτος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
değiştirilemez, değişmez, değiştirilemez bir, unalterable
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναλλοίωτος
αναλλοίωτος συνώνυμα, αναλλοίωτος ετυμολογια, αναλλοίωτος λεξικο, αναλλοίωτος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναλλοίωτος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αναλγητικός στα τούρκικα - analjezik, ağrı kesici, analjesik, analjezi
- αναληθής στα τούρκικα - yanlış, sahte, yalan, yalandan, gerçek dışı, yanlıştır, untrue
- αναλογία στα τούρκικα - boyut, benzerlik, ölçü, oran, oranı, oranının, oranında
- αναλυτής στα τούρκικα - analist, analisti, analistin, analistlerinden, analizcisi
Τυχαίες λέξεις
Αναλλοίωτος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: değiştirilemez, değişmez, değiştirilemez bir, unalterable
Μεταφράσεις: değiştirilemez, değişmez, değiştirilemez bir, unalterable