Ασυνόδευτος στα τούρκικα
Μετάφραση: ασυνόδευτος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yalnız, refakatsiz, kimsesiz, sahipsiz
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυνόδευτος
ασυνόδευτος ανήλικος, ασυνόδευτος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασυνόδευτος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ασυνεπής στα τούρκικα - güvenilmez, tutarsız, aykırı, tutarsız bir, tutarsızdır, tutarsızlık
- ασυντρόφευτος στα τούρκικα - yalnız, biricik, ıssız, asyntrofeftos
- ασφάλεια στα τούρκικα - emniyet, prezervatif, güvenlik, Security, güvenliği, bir güvenlik
- ασφάλιση στα τούρκικα - sigorta, sigortası, Sigortacılık, Sigortalar, Insurance
Τυχαίες λέξεις
Ασυνόδευτος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yalnız, refakatsiz, kimsesiz, sahipsiz
Μεταφράσεις: yalnız, refakatsiz, kimsesiz, sahipsiz