Εγκεφαλικός στα τούρκικα
Μετάφραση: εγκεφαλικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
beyin, serebral, beyinsel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκεφαλικός
εγκεφαλικός μίσχος, εγκεφαλικός άνθρωπος, εγκεφαλικός εγκολεασμός, εγκεφαλικός πυρετός, εγκεφαλικός όγκος, εγκεφαλικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, εγκεφαλικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εγκαταλειμμένος στα τούρκικα - terkedilmiş, terk, terk edilmiş, terk edilmiş bir, terk etti
- εγκεφαλικό στα τούρκικα - felç, inme, strok, kontur, sondaji
- εγκλείω στα τούρκικα - örtmek, encase, kapamak, sandığa koymak
- εγκλεισμός στα τούρκικα - Enkapsülasyon, Encapsulation, Enkapsulasyon, Kapsüllemesi, kapsülleme
Τυχαίες λέξεις
Εγκεφαλικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: beyin, serebral, beyinsel
Μεταφράσεις: beyin, serebral, beyinsel