Ευεργετικός στα τούρκικα

Μετάφραση: ευεργετικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
faydalı, yararlı, faydalıdır, olumlu, yararlıdır
Ευεργετικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευεργετικός

ευεργετικός συνώνυμο, ευεργετικός συνώνυμα, ευεργετικόσ υπολογισμόσ ποινήσ, ευεργετικός στα αγγλικά, ευεργετικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, ευεργετικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ευεπηρέαστος στα τούρκικα - duygulu, passible
  • ευερέθιστος στα τούρκικα - alıngan, heyecanlı, uyarılabilir, telaşlı, uyarılabilen, excitable
  • ευημερία στα τούρκικα - refah, refahı, refahın, zenginlik, refahının
  • ευημερώ στα τούρκικα - başarılı olmak, başarılı, gelişmeye, iflah, gelişmek
Τυχαίες λέξεις
Ευεργετικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: faydalı, yararlı, faydalıdır, olumlu, yararlıdır