Μοιρολογώ στα τούρκικα

Μετάφραση: μοιρολογώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ağlamak, bewail, üzülürsün, çok üzülürsün, hayıflanmak
Μοιρολογώ στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιρολογώ

μοιρολογώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, μοιρολογώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μοιρολατρία στα τούρκικα - kadercilik, fatalism, fatalizm, yazgıcılık, kaderciliktir
  • μοιρολατρικός στα τούρκικα - kaderci, kaderci bir, yazgıcı, kadercisinde, olan kaderci
  • μοιρολόι στα τούρκικα - ağıt, dirge, mersiye, cenaze ayini
  • μοιχεία στα τούρκικα - zina, zinayı, zinanın, adultery
Τυχαίες λέξεις
Μοιρολογώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ağlamak, bewail, üzülürsün, çok üzülürsün, hayıflanmak