Πικρία στα τούρκικα
Μετάφραση: πικρία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
acılık, acı, acılığı, bitterness, acısı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πικρία
πικρία ενός ακαδημαϊκού, πικρία συνώνυμα, πικρία συνωνυμο, πικρία στο στόμα, πικρία βενετσάνου, πικρία λεξικό γλώσσας τούρκικα, πικρία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πικρά στα τούρκικα - acı, acı bir, bitter, sert
- πικράδα στα τούρκικα - acılık, acı, acılığı, bitterness, acısı
- πικρός στα τούρκικα - sert, acı, şiddetli, acı bir, bitter
- πικρόχολος στα τούρκικα - huysuz, suratsız, morose, asık suratlı, somurtkan, marazi
Τυχαίες λέξεις
Πικρία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: acılık, acı, acılığı, bitterness, acısı
Μεταφράσεις: acılık, acı, acılığı, bitterness, acısı