Σκοτίζομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: σκοτίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
zahmet, rahatsız, bother, uğraşmadı, hiç rahatsız
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοτίζομαι
σκοτίζομαι συνώνυμο, σκοτίζομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, σκοτίζομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σκορβούτο στα τούρκικα - iskorbüt hastalığı, aşağılık, iskorbüt, scurvy, pislik
- σκορπίζω στα τούρκικα - silkelemek, ayıklandığı, silkeleyin, sallayarak, sallamak
- σκοτεινός στα τούρκικα - belirsiz, anlaşılmaz, karanlık, koyu, huysuz, gece, somurtkan, ...
- σκοτσέζος στα τούρκικα - İskoçyalı, İskoç, Scottish, İskoçya, bir İskoç
Τυχαίες λέξεις
Σκοτίζομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: zahmet, rahatsız, bother, uğraşmadı, hiç rahatsız
Μεταφράσεις: zahmet, rahatsız, bother, uğraşmadı, hiç rahatsız