Συνεπαίρνω στα τούρκικα

Μετάφραση: συνεπαίρνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nakletmek, nakil, taşımak, heyecanlandıran
Συνεπαίρνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεπαίρνω

συνεπαίρνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, συνεπαίρνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συνεπάγομαι στα τούρκικα - demek, anlamına, ima, göstermez, işaret etmektedir
  • συνεπής στα τούρκικα - güvenilir, dakik, tutarlı, tutarlı bir, tutarlıdır, istikrarlı, sürekli
  • συνεπώς στα τούρκικα - sonuç olarak, dolayısıyla, sonuç, sonuçta, bunun sonucunda
  • συνεργάζομαι στα τούρκικα - işbirliği yapmak, işbirliği, işbirliğine, iş birliği, işbirliği içinde
Τυχαίες λέξεις
Συνεπαίρνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nakletmek, nakil, taşımak, heyecanlandıran