Φτωχαίνω στα τούρκικα
Μετάφραση: φτωχαίνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fakirleştirir, fakirleştirmekte, yoksullaştırır, yoksullaştırmaktadır, yoksullaştıran
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φτωχαίνω
φτωχαίνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, φτωχαίνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- φτυάρι στα τούρκικα - pil, kürek, madencilik, kepçe, küreği, shovel
- φτωχά στα τούρκικα - kötü, zayıf, az, yetersiz
- φτωχογειτονιά στα τούρκικα - gecekondu mahallesi, gecekondu, gecekondular, slums, kenar mahalleler
- φτωχός στα τούρκικα - az, yoksul, fakir, kötü, zayıf, zavallı
Τυχαίες λέξεις
Φτωχαίνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: fakirleştirir, fakirleştirmekte, yoksullaştırır, yoksullaştırmaktadır, yoksullaştıran
Μεταφράσεις: fakirleştirir, fakirleştirmekte, yoksullaştırır, yoksullaştırmaktadır, yoksullaştıran