Ψαλιδίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: ψαλιδίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
azaltmak, kelepir, kolay iş, makasla kesilmiş parça, makasla kesme, kolay kazanılan şey
Ψαλιδίζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψαλιδίζω

ψαλιδίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ψαλιδίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ψίχα στα τούρκικα - ilik, özü, öz, özünün, süngerdoku
  • ψίχουλο στα τούρκικα - kırıntı, parça, ekmek içi, kırıntısı, ufakları
  • ψαλμός στα τούρκικα - mezmur, ilahi, Mezmurlar, psalm
  • ψαρόνι στα τούρκικα - sığırcık, Starling, kuşu, sığırcığı, Starling'in
Τυχαίες λέξεις
Ψαλιδίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: azaltmak, kelepir, kolay iş, makasla kesilmiş parça, makasla kesme, kolay kazanılan şey