Κολασμός στα τσεχικά
Μετάφραση: κολασμός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zatracení, prokletí, odsouzení, trest, trestání, trestu, trestem, tresty
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολασμός
ποινικός κολασμός, κολασμός συνώνυμο, κολασμός λεξικό γλώσσας τσεχικά, κολασμός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κολακεύω στα τσεχικά - podkuřovat, lahodit, lichotit, pochlebovat, pochlebování, Blarney
- κολασμένος στα τσεχικά - prokletý, zatracený, zatraceně, zatracená, damned, zatracené
- κολεγιακός στα τσεχικά - akademický, kamarádský, kolegiální, preppy, Fajnový
- κολεός στα τσεχικά - kondom, pochva, pouzdro, kryt, vagína, plášť, vagina, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολασμός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zatracení, prokletí, odsouzení, trest, trestání, trestu, trestem, tresty
Μεταφράσεις: zatracení, prokletí, odsouzení, trest, trestání, trestu, trestem, tresty