Περιφρονητέος στα τσεχικά
Μετάφραση: περιφρονητέος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nízký, odporný, sprostý, ponížený, bídný, opovrženíhodný, abject, bídné
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιφρονητέος
περιφρονητέος λεξικό γλώσσας τσεχικά, περιφρονητέος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- περιφέρομαι στα τσεχικά - bloudit, blouznit, putovat, bloumat, cestovat, těkat, toulka, ...
- περιφερειακός στα τσεχικά - okrajový, regionální, pro regionální, regionálních, regionálním, regionálního
- περιφρονητικός στα τσεχικά - opovrhující, pohrdající, pohrdavý, opovržlivý, opovržlivě, pohrdavě, opovrhují
- περιφρονώ στα τσεχικά - opovrhovat, neúcta, opovržení, pohrdání, pohrdat, pohrdají, opovrhují, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιφρονητέος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nízký, odporný, sprostý, ponížený, bídný, opovrženíhodný, abject, bídné
Μεταφράσεις: nízký, odporný, sprostý, ponížený, bídný, opovrženíhodný, abject, bídné