Odporný στα ελληνικά

Μετάφραση: odporný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακός, επαναστατικός, απεχθής, ανέντιμος, άθλιος, διαβόητος, δυσάρεστος, περιφρονητέος, απωθητικός, αηδιαστικός, βδελυρός, απαίσιος, μακάβριος, αντιπαθητικός, αποτροπιαστικός, εναγής, αποκρουστικός, αποκρουστική, αποκρουστικό, απωστική, απωθητική
Odporný στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • odpor στα ελληνικά - κακεντρέχεια, απροθυμία, φρίκη, απέχθεια, μνησικακία, εχθρότητα, αηδία, ...
  • odpornost στα ελληνικά - προσβλητικότητα, την προσβλητικότητα, απωθητικότητας, επιθετικότητα
  • odporovat στα ελληνικά - θυρίδα, αντιλέγω, εναντιώνομαι, αντιφάσκω, διαψεύδω, αντιτίθεμαι, αντισταθεί, ...
  • odporující στα ελληνικά - διστακτικός, απρόθυμος, αντιφατικός, αντιφατικές, αντιφατική, αντιφατικό, αντιφατικά
Τυχαίες λέξεις
Odporný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακός, επαναστατικός, απεχθής, ανέντιμος, άθλιος, διαβόητος, δυσάρεστος, περιφρονητέος, απωθητικός, αηδιαστικός, βδελυρός, απαίσιος, μακάβριος, αντιπαθητικός, αποτροπιαστικός, εναγής, αποκρουστικός, αποκρουστική, αποκρουστικό, απωστική, απωθητική