Κατσαρώνω στα φινλανδικά
Μετάφραση: κατσαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
roottori, kiemura, käppyrä, tela, kääryle, rulla, käärö, kiertää, kähertää, pörröisyyttä, frizz, karkeutta, sähköisyyttä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσαρώνω
κατσαρώνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κατσαρώνω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- κατσαρίδα στα φινλανδικά - torakka, torakat, torakan, cockroach, torakoiden
- κατσαρός στα φινλανδικά - kiemurainen, kihara, frizzy, pörröiset, pörröisille, kähärä
- κατσικάκι στα φινλανδικά - mukula, napero, ipana, kili, tenava, kakara, poika, ...
- κατσουφιάζω στα φινλανδικά - tuijottaa, alempana, lour, ala-, matalampi
Τυχαίες λέξεις
Κατσαρώνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: roottori, kiemura, käppyrä, tela, kääryle, rulla, käärö, kiertää, kähertää, pörröisyyttä, frizz, karkeutta, sähköisyyttä
Μεταφράσεις: roottori, kiemura, käppyrä, tela, kääryle, rulla, käärö, kiertää, kähertää, pörröisyyttä, frizz, karkeutta, sähköisyyttä