Ντόμπρος στα φινλανδικά

Μετάφραση: ντόμπρος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hämätä, avoin, harhauttaa, petkuttaa, hämäys, suorasanainen, suorapuheinen, suorasukainen, suorasukaisimmista, päättäväinen
Ντόμπρος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντόμπρος

παρασκευάς ντόμπρος, ντόμπρος ετυμολογία, ντόμπρος συνώνυμα, ντόμπρος σημασία, ντόμπρος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ντόμπρος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ντροπαλός στα φινλανδικά - vajaa, ujo, vauhko, säpsähtää, kaino, säikky, arka
  • ντροπαλότητα στα φινλανδικά - arkuus, ujous, ujouden, shyness, ujouteen
  • ντόπιος στα φινλανδικά - luonnonvarainen, kotimainen, alkuperäinen, alkuasukas, syntyperäinen, natiivi, kotoisin, ...
  • ντόρος στα φινλανδικά - hyörinä, hälinä, sirinä, buzz, kohuun, kuhina
Τυχαίες λέξεις
Ντόμπρος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hämätä, avoin, harhauttaa, petkuttaa, hämäys, suorasanainen, suorapuheinen, suorasukainen, suorasukaisimmista, päättäväinen