Hämätä στα ελληνικά

Μετάφραση: hämätä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευθύς, ντόμπρος, προσποίηση, μπλόφα, θολώνω, συσκοτίζω, συγχύζω, συσκοτίσετε, συσκοτίσετε τον
Hämätä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hämäräperäisyys στα ελληνικά - συσσώρευση, συσφαίρωση, συνονθύλευμα, ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων, χρηατοοικονοικών οίλων
  • hämärästi στα ελληνικά - αμυδρά, αόριστα, αορίστως, ασαφώς, ασαφή
  • hämäys στα ελληνικά - προσποίηση, μπλόφα, ντόμπρος, εκζήτηση, ευθύς, Bluff, του Bluff, ...
  • hän στα ελληνικά - αυτή, αυτήν, της, αυτόν, τον, αυτός, που, ...
Τυχαίες λέξεις
Hämätä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευθύς, ντόμπρος, προσποίηση, μπλόφα, θολώνω, συσκοτίζω, συγχύζω, συσκοτίσετε, συσκοτίσετε τον