Ülemvõim στα ελληνικά
Μετάφραση: ülemvõim, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγεμονία, υπεροχή, υπεροχής, κυριαρχία, την υπεροχή, κυριαρχίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kurblik στα ελληνικά - θλιβερός, λυπηρός, πονεμένος, πονεμένη, πονεμένοι
- külmutamine στα ελληνικά - ψύξη, παγερός, πάγωμα, δέσμευση, κατάψυξη, κατάψυξης, ψύξης
- lipuvarras στα ελληνικά - ιστός σημαίας, κοντάρι, κοντάρι σημαίας, κοντάρι της σημαίας, κοντάρια για σημαίες
Τυχαίες λέξεις
Ülemvõim στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγεμονία, υπεροχή, υπεροχής, κυριαρχία, την υπεροχή, κυριαρχίας
Μεταφράσεις: ηγεμονία, υπεροχή, υπεροχής, κυριαρχία, την υπεροχή, κυριαρχίας