Ülim στα ελληνικά
Μετάφραση: ülim, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέγιστος, ανώτατος, ύψιστος, υπέρτατος, Ανώτατο, Ανωτάτου, Ανώτατου
Μεταφράσεις
- deebitor στα ελληνικά - οφειλέτης, οφειλέτη, του οφειλέτη, χρεώστη, υπόχρεος
- kõrvaltvaataja στα ελληνικά - παριστάμενος, θεατής, παρευρισκομένων, των παρευρισκομένων, γειτνιάσεως
- liitma στα ελληνικά - προσθέτω, παιδάκι, μικρό παιδί, tOT, tOT της, μέθοδος TOT
- mittekooskõlaline στα ελληνικά - δεν είναι συνεπής, δεν είναι συνεπείς, δεν είναι σύμφωνη, δεν ανταποκρίνεται, μη σύμφωνες
Τυχαίες λέξεις
Ülim στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέγιστος, ανώτατος, ύψιστος, υπέρτατος, Ανώτατο, Ανωτάτου, Ανώτατου
Μεταφράσεις: μέγιστος, ανώτατος, ύψιστος, υπέρτατος, Ανώτατο, Ανωτάτου, Ανώτατου