Ύψιστος στα εσθονικά

Μετάφραση: ύψιστος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülim, kõrgeim, kõrgeima, suurim, suurima, kõrgeimal
Ύψιστος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύψιστος

ύψιστος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ύψιστος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ύφεση στα εσθονικά - madalrõhkkond, vajutus, depressioon, langus, majanduslangus, majanduslanguse, majanduslangust, ...
  • ύφος στα εσθονικά - krihvel, stiil, stiilis, stiili, style, järgi
  • ύψος στα εσθονικά - tipp, kõrgus, kõrgust, kõrguse, kõrgusega, kõrgusel
  • ύψωση στα εσθονικά - ülendamine, tõusma, tõusta, tõusevad, tõuse, tõus
Τυχαίες λέξεις
Ύψιστος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ülim, kõrgeim, kõrgeima, suurim, suurima, kõrgeimal