Asend στα ελληνικά
Μετάφραση: asend, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθεσία, κείμαι, θέση, κατάσταση, ψεύδομαι, τοποθετώ, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aseksuaalne στα ελληνικά - άφυλος, ασεξουαλική, Αγενής, άνευ φύλου, Η άνευ φύλου
- asemik στα ελληνικά - εφημέριος, αντικαταστάτης, vicegerent
- asendaja στα ελληνικά - αντικατάσταση, αντικατάστασης, την αντικατάσταση, υποκατάστασης, αντικαταστάσεως
- asendama στα ελληνικά - αντικαθιστώ, αναπληρώνω, εκτοπίζω, αναπληρωματικός, υποκαθιστώ, αντικαταστήσει, αντικαταστήστε, ...
Τυχαίες λέξεις
Asend στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθεσία, κείμαι, θέση, κατάσταση, ψεύδομαι, τοποθετώ, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση
Μεταφράσεις: τοποθεσία, κείμαι, θέση, κατάσταση, ψεύδομαι, τοποθετώ, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση