Börsimaakler στα ελληνικά
Μετάφραση: börsimaakler, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρηματιστής, χρηματιστή, χρηματιστηριακού, του χρηματιστή, το χρηματιστή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- buur στα ελληνικά - πλήττω, Buur
- bänd στα ελληνικά - ταινία, μπάντα, ζώνη, συγκρότημα, ζώνης
- börsitelegraaf στα ελληνικά - τηλετυπώτης, κροτών, ειδησεωγραφικός ληλεγράφος, ticker, Κωδικός Μετοχής
- bülletään στα ελληνικά - δελτίο, ΔΕΛΤΙΟ, ενημερωτικό δελτίο, Δελτίου, Bulletin
Τυχαίες λέξεις
Börsimaakler στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρηματιστής, χρηματιστή, χρηματιστηριακού, του χρηματιστή, το χρηματιστή
Μεταφράσεις: χρηματιστής, χρηματιστή, χρηματιστηριακού, του χρηματιστή, το χρηματιστή