Διεύρυνση στα αγγλικά
Μετάφραση: διεύρυνση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
widening, expansion, enlargement, extend, enlargement of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διεύρυνση
expansion
- επέκταση
- διεύρυνση
- διαστολή
- εξάπλωση
- έκταση
- αποτόνωση
- διαστολή
- διεύρυνση
- ενίσχυση
- εύρυνση
- διεύρυνση
Σχετικές λέξεις: διεύρυνση
διεύρυνση λεξικο, διεύρυνση συνωνυμο, διεύρυνση μεσοθωρακίου, διεύρυνση υπαραχνοειδούς χώρου, διεύρυνση βικιλεξικο, διεύρυνση λεξικό γλώσσας αγγλικά, διεύρυνση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- διευρύνω στα αγγλικά - expand, widen, splay, broaden
- διεύθυνση στα αγγλικά - faculty, address, direction, management, address of, address is
- διηγούμαι στα αγγλικά - tell, relate, recite, narrate, telling, I tell
- διηθώ στα αγγλικά - filter, strain, infiltrate, leach
Τυχαίες λέξεις
Διεύρυνση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: widening, expansion, enlargement, extend, enlargement of
Μεταφράσεις: widening, expansion, enlargement, extend, enlargement of