Χρηματιστής στα εσθονικά
Μετάφραση: χρηματιστής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
börsimaakler, maakler, brokker, Börs maaklerlus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρηματιστής
χρηματιστής με τις πυτζάμες, χρηματιστήσ χρόνου, τσαπανίδου χρηματιστής, επάγγελμα χρηματιστής, χρηματιστήσ νίκοσ ιατρού, χρηματιστής λεξικό γλώσσας εσθονικά, χρηματιστής στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- χρειάζομαι στα εσθονικά - häda, vajadus, vajama, nõudma, vaja, on vaja, vajavad, ...
- χρεοκοπημένος στα εσθονικά - pankrotis, pankrot, pankrotti, pankrotistunud, pankroti
- χρηματοδοτώ στα εσθονικά - finantseerima, rahastama, rahandus, rahanduse, rahastamise, rahastada, rahastamiseks
- χρηματοδότηση στα εσθονικά - rahastamine, finantseerimine, rahastamise, rahastamist, rahastamiseks
Τυχαίες λέξεις
Χρηματιστής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: börsimaakler, maakler, brokker, Börs maaklerlus
Μεταφράσεις: börsimaakler, maakler, brokker, Börs maaklerlus