Edasijõudmine στα ελληνικά

Μετάφραση: edasijõudmine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάδειξη, προαγωγή, πρόοδο, εξέλιξη, πρόοδος, εξέλιξης
Edasijõudmine στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • edasiantav στα ελληνικά - μεταδοτικός, μεταδοτικών, μεταδοτικές, μεταδιδόμενων, μεταδιδόμενες, να μεταδοθεί
  • edasiarendus στα ελληνικά - διαστολή, εξάπλωση, περαιτέρω, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
  • edasijõudnud στα ελληνικά - προχωρημένος, προηγμένες, προχωρημένο, προηγμένων, προχωρημένη, προηγμένη
  • edasikanduv στα ελληνικά - περιπατητικός, μεταδίδονται, διαβιβάζονται, μεταδίδεται, διαβιβάζεται, μεταδοθεί
Τυχαίες λέξεις
Edasijõudmine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάδειξη, προαγωγή, πρόοδο, εξέλιξη, πρόοδος, εξέλιξης