Hüplik στα ελληνικά
Μετάφραση: hüplik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακανόνιστος, άτακτος, λεία, λείο, ομαλή, ομαλής, την ομαλή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hüplema στα ελληνικά - αναπηδώ, δεμένος, τινάσσομαι, σείω, jiggle, τινάσσω
- hüplemine στα ελληνικά - παραλείψτε, skip, παραλείψετε, παρακάμψετε, μεταβείτε
- hüpnotiseerima στα ελληνικά - υπνωτίζω, Hypnotize, υπνωτίζουν, υπνωτιστείτε
- hüpoteek στα ελληνικά - υποθήκη, Δανείου, υποθηκών, υποθήκης, ενυπόθηκων δανείων
Τυχαίες λέξεις
Hüplik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακανόνιστος, άτακτος, λεία, λείο, ομαλή, ομαλής, την ομαλή
Μεταφράσεις: ακανόνιστος, άτακτος, λεία, λείο, ομαλή, ομαλής, την ομαλή