Instruktor στα ελληνικά

Μετάφραση: instruktor, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάσκαλος, χειριστής, χειριστή, φορέας, φορέα, φορέα εκμετάλλευσης
Instruktor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • instituut στα ελληνικά - επιβάλλω, θεσπίζω, ινστιτούτο, ίδρυμα, Ινστιτούτου, Institute, ιδρύματος
  • instrueerima στα ελληνικά - διδάσκω, αναθέσει, να αναθέσει, δώσει εντολή, αναθέσει στην, έδωσε εντολή
  • instruktsioon στα ελληνικά - εντολή, οδηγία, οδηγίες, οδηγιών, διδασκαλίας
  • instrument στα ελληνικά - όργανο, εργαλείο, μέσο, μέσου, πράξη
Τυχαίες λέξεις
Instruktor στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάσκαλος, χειριστής, χειριστή, φορέας, φορέα, φορέα εκμετάλλευσης