Järelevalve στα ελληνικά
Μετάφραση: järelevalve, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτήρηση, επίβλεψη, εποπτεία, εποπτείας, έλεγχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- järeletegemine στα ελληνικά - απομίμηση, μίμηση, απομιμήσεις, απομίμησης, μίμησης
- järeletehtud στα ελληνικά - ψευδής, ψευδείς, ψευδή, ψευδών, ψευδώς
- järelevalveta στα ελληνικά - ασυνόδευτος, χωρίς επίβλεψη, χωρίς επιτήρηση, ανεξέλεγκτους, επιτηρούμενη, χωρίς εποπτεία
- järelikult στα ελληνικά - επομένως, συνεπώς, άραγε, κατά συνέπεια
Τυχαίες λέξεις
Järelevalve στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτήρηση, επίβλεψη, εποπτεία, εποπτείας, έλεγχο
Μεταφράσεις: επιτήρηση, επίβλεψη, εποπτεία, εποπτείας, έλεγχο