Jurisdiktsioon στα ελληνικά
Μετάφραση: jurisdiktsioon, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- junn στα ελληνικά - Κακά
- junnid στα ελληνικά - περιττώματα, κουτσουλιές, περιττωμάτων, τα περιττώματα, περιττώματα των
- jurist στα ελληνικά - δικηγόρος, δικηγόρο, δικηγόρου, τον δικηγόρο, ο δικηγόρος
- just στα ελληνικά - συγκεκριμένα, μόλις, δίκαιος, απλώς, μόνο, ακριβώς, απλά
Τυχαίες λέξεις
Jurisdiktsioon στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
Μεταφράσεις: δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία