Käsipuu στα ελληνικά
Μετάφραση: käsipuu, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κιγκλίδωμα, κουπαστή, χειρολισθήρα, χειρολισθήρας, στηθαίο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- käsikäru στα ελληνικά - καρότσι, χειράμαξα
- käsilane στα ελληνικά - τραμπούκος, πρωτοπαλίκαρο, πρωτοπαλλήκαρο, πρωτοπαλίκαρο για, πρωτοπαλίκαρο του, το πρωτοπαλλήκαρο
- käsiraamat στα ελληνικά - εγχειρίδιο, εγχειριδίου, Handbook, εγχειρίδιο του, το εγχειρίδιο
- käsiraha στα ελληνικά - κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, των καταθέσεων
Τυχαίες λέξεις
Käsipuu στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κιγκλίδωμα, κουπαστή, χειρολισθήρα, χειρολισθήρας, στηθαίο
Μεταφράσεις: κιγκλίδωμα, κουπαστή, χειρολισθήρα, χειρολισθήρας, στηθαίο