Köök στα ελληνικά
Μετάφραση: köök, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουζίνα, κουζίνας, της κουζίνας, την κουζίνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kööberdama στα ελληνικά - χωλαίνω
- köögivili στα ελληνικά - κτηνίατρος, λαχανικό, φυτικά, λαχανικών, φυτικών, φυτικό
- köömen στα ελληνικά - κύμινο, κύμινου, το κύμινο, κίμινο
- köösner στα ελληνικά - γουναράς, furrier, γουναράδων, γουνοποιού, γούνα
Τυχαίες λέξεις
Köök στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουζίνα, κουζίνας, της κουζίνας, την κουζίνα
Μεταφράσεις: κουζίνα, κουζίνας, της κουζίνας, την κουζίνα