Künklik στα ελληνικά

Μετάφραση: künklik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοφώδης, λοφώδες, λοφώδη, λοφώδεις, ορεινό
Künklik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • künkahari στα ελληνικά - φρύδι, κορυφή του λόφου, κορυφογραμμή του λόφου, κορυφογραμμής του λόφου, της κορυφογραμμής του λόφου
  • künkatipp στα ελληνικά - η, το, ο, την, της
  • künnis στα ελληνικά - πεζούλι, παραμονή, κατώφλι, όριο, κατωφλίου, ορίου, κατώτατο όριο
  • küpsema στα ελληνικά - περίοδος, νοστιμίζω, περίοδο, μεστώνω, ωριμάζω, ώριμος, ώριμη, ...
Τυχαίες λέξεις
Künklik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοφώδης, λοφώδες, λοφώδη, λοφώδεις, ορεινό