Kartong στα ελληνικά
Μετάφραση: kartong, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτόνι, κάρτα, από χαρτόνι, χαρτονιού, χαρτόνι που, από χαρτόνι που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kartograaf στα ελληνικά - χαρτογράφος, χαρτογράφου, χαρτογράφο
- kartograafiline στα ελληνικά - χαρτογραφικές, χαρτογράφησης, χαρτογραφικών, χαρτογραφική, χαρτογραφικά
- kartsinoom στα ελληνικά - καρκίνωμα, καρκινώματος, καρκίνωμα του, καρκινώματος του, το καρκίνωμα
Τυχαίες λέξεις
Kartong στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτόνι, κάρτα, από χαρτόνι, χαρτονιού, χαρτόνι που, από χαρτόνι που
Μεταφράσεις: χαρτόνι, κάρτα, από χαρτόνι, χαρτονιού, χαρτόνι που, από χαρτόνι που