Kehtestamine στα ελληνικά
Μετάφραση: kehtestamine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίδρυση, σύνθεση, ρύθμιση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kehaväline στα ελληνικά - έξω από το σώμα, από το σώμα, έξω απο το σώμα, από ολόκληρο το σώμα, βγει από το σώμα
- kehtestama στα ελληνικά - κυρώνω, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
- kehtetu στα ελληνικά - ανάπηρος, άκυρος, άκυρη, άκυρο, άκυρα, μη έγκυρη
- kehtetus στα ελληνικά - ακυρότητα, αναπηρίας, ακυρότητας, αναπηρία
Τυχαίες λέξεις
Kehtestamine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίδρυση, σύνθεση, ρύθμιση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης
Μεταφράσεις: ίδρυση, σύνθεση, ρύθμιση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης