Kindlustus στα ελληνικά

Μετάφραση: kindlustus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασφάλιση, ασφάλεια, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών
Kindlustus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kindlustamine στα ελληνικά - ασφάλιση, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών
  • kindlustunne στα ελληνικά - αυτοπεποίθηση, εχεμύθεια, βεβαιότητα, εμπιστοσύνη, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
  • kindlustusinspektor στα ελληνικά - ασφάλιση, ασφάλισης, ασφαλιστική, ασφαλιστικές, ασφαλιστικής
  • kindral στα ελληνικά - γενικός, στρατηγός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Τυχαίες λέξεις
Kindlustus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασφάλιση, ασφάλεια, ασφάλισης, ασφαλιστικές, ασφαλιστική, ασφαλιστικών