Ασφάλιση στα εσθονικά

Μετάφραση: ασφάλιση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kindlustus, kindlustus-, kindlustuse, kindlustusseltside, kindlustust
Ασφάλιση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλιση

ασφάλιση κατοικίας, ασφάλιση αυτοκινήτου, ασφάλιση πιστώσεων, ασφάλιση οαεε, ασφάλιση με εργόσημο, ασφάλιση λεξικό γλώσσας εσθονικά, ασφάλιση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ασυνόδευτος στα εσθονικά - järelevalveta, saateta, saatjata, ilma saatjata
  • ασφάλεια στα εσθονικά - ohutus, kindlustus, tagatis, turvalisus, julgeolek, turvalisuse, julgeoleku, ...
  • ασφαλής στα εσθονικά - seif, kaitstud, tagama, kinnitama, turvaline, ohutu, ohutuks, ...
  • ασφαλίζω στα εσθονικά - kinnitama, käendama, tagama, turvaline, kindlustama, kindlustada, kindlustavad, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλιση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kindlustus, kindlustus-, kindlustuse, kindlustusseltside, kindlustust